Πεπτικό σύστημα

Το πεπτικό σύστημα αποτελείται από ένα σύνολο οργάνων, τα οποία συνιστούν τον γαστρεντερικό σωλήνα. Αποτελείται από τα εξής όργανα: 

      • στοματική κοιλότητα

      • φάρυγγας

      • οισοφάγος

      • στομάχι

      • λεπτό και

      • παχύ έντερο. 

Στο πεπτικό σύστημα ανήκουν και οι πεπτικοί αδένες, οι οποίοι διακρίνονται σε μικρούς και σε μεγάλους. Οι μικροί πεπτικοί αδένες βρίσκονται μέσα στο τοίχωμα του εντερικού σωλήνα, ενώ οι μεγάλοι που είναι:

      • οι σιελογόνοι
      • το ήπαρ και
      • το πάγκρεας

φέρνουν το έκκριμά τους μέσω των εκφορητικών τους πόρων στο εσωτερικό του εντερικού σωλήνα.

Στόμα

Το στόμα αποτελείται από δύο μέρη, το προστόμιο και την κυρίως κοιλότητα του στόματος. Το προστόμιο είναι η περιοχή ανάμεσα στα δόντια, τα χείλη και τα μάγουλα (παρειές)

Γλώσσα

Αποτελεί μυώδες όργανο το οποίο καλύπτεται από βλεννογόνο για τη μεταφορά της προσλαμβανόμενης τροφής. Βοηθά στη μάσηση και στην κατάποση και περιέχει αισθητήρια όργανα για τη γεύση. Εκτός αυτού, η γλώσσα παίζει σημαντικό ρόλο στην άρθρωση των λέξεων κατά την ομιλία.

Υπερώα

Είναι το πάνω τοίχωμα της κυρίως στοματικής κοιλότητας, την οποία χωρίζει από τις ρινικές κοιλότητες. Διαιρείται σε δύο τμήματα:

α) τη σκληρή υπερώα που είναι το μπροστινό τμήμα της υπερώας και σχηματίζεται από
οστά (υπερώιο οστό και την άνω γνάθο) 

β) τη μαλακή υπερώα που είναι το πίσω μέρος της υπερώας και δεν έχει οστά.

Η μαλακή υπερώα καταλήγει πίσω στη σταφυλή, η οποία κατά την κατάποση ανεβαίνει και φράσσει την είσοδο προς τη ρινική κοιλότητα για να μην μπουν τροφές σε αυτή. Η υπερώα συμμετέχει στην ομιλία με το σχηματισμό ορισμένων φθόγγων.
Κατά τον ύπνο με ανοικτό το στόμα στην ύπτια θέση (ανάσκελα) η μαλακή υπερώα ταλαντεύεται από το ρεύμα του αέρα, προκαλώντας το γνωστό μας ροχαλητό.

Σιαλογόνοι αδένες

Οι σιαλογόνοι αδένες διακρίνονται σε μικρούς και μεγάλους. Όλοι οι σιαλογόνοι αδένες παράγουν το σάλιο, το οποίο περιέχει

βλέννα,

το ένζυμο πτυαλίνη (απαραίτητο για την πέψη στη στοματική κοιλότητα),

κάλιο και

άλλα ιόντα.

Το σάλιο χρησιμεύει στην κατάποση, στον αυτοκαθαρισμό της στοματικής κοιλότητας, στην αίσθηση της γεύσης και στην πέψη των τροφών.
Οι μικροί σιαλογόνοι αδένες βρίσκονται στο βλεννογόνο της στοματικής κοιλότητας και αναλόγως με τη θέση τους περιγράφονται σαν χειλικοί, παρειακοί, υπερώιοι και γλωσσικοί αδένες. 

Οι μεγάλοι σιαλογόνοι αδένες είναι τα εξής ζευγάρια (δεξιά-αριστερά):

οι παρωτίδες,

οι υπογνάθιοι και

οι υπογλώσσιοι.

Παρωτίδα
Είναι ο μεγαλύτερος από τους μεγάλους σιαλογόνους αδένες. Βρίσκεται κάτω από το δέρμα, στην οπισθογναθιαία χώρα πάνω από την κροταφογναθική διάρθρωση. Εκβάλλει με πόρο στο προστόμιο απέναντι από τη μύλη του 2ου άνω γομφίου.
Υπογνάθιος
Βρίσκεται κάτω από την κάτω γνάθο και εκβάλλει με πόρο κάτω από τη γλώσσα.
Υπογλώσσιος
Είναι ο μικρότερος από τους μεγάλους σιαλογόνους αδένες και εκβάλλει κάτω από τη γλώσσα.

Φάρυγγας

Ο φάρυγγας είναι ινομυώδης σωλήνας μήκους 15 εκατοστών. Βρίσκεται: 

  • μπροστά από  τη σπονδυλική στήλη και
  • πίσω από τις κοιλότητες
    • της μύτης,
    • του στόματος και
    • του λάρυγγα,
      με τις οποίες επικοινωνεί.

Είναι επίσης αμυντικό όργανο, γιατί περιέχει στα τοιχώματά του
λεμφικό ιστό (αμυγδαλές). Εξυπηρετεί ταυτόχρονα το πεπτικό και το αναπνευστικό σύστημα
και χωρίζεται σε τρεις μοίρες :
α) τη ρινική, η οποία βρίσκεται πίσω από τη ρινική κοιλότητα,
β) τη στοματική, η οποία βρίσκεται πίσω από τη στοματική κοιλότητα και
γ) τη λαρυγγική, η οποία είναι πίσω από το λάρυγγα.

Οισοφάγος

Ο οισοφάγος είναι ένας μυϊκός σωλήνας μήκους περίπου 25 εκατοστών, ο οποίος ξεκινά στο ύψος του 6ου αυχενικού σπονδύλου και φτάνει ως τον 11ο θωρακικό σπόνδυλο, περνώντας μέσα από το διάφραγμα, όπου και συνδέεται με τον στόμαχο.

Πορεύεται μπροστά από τη σπονδυλική
στήλη και χωρίζεται σε τέσσαρις μοίρες:

α) την τραχηλική,

β) τη θωρακική,

γ) τη διαφραγματική (περνά μέσα από το διάφραγμα) και

δ) την κοιλιακή.

Δεν έχει παντού το ίδιο εύρος. Τα στενότερα σημεία του είναι:

α) στο όριο με το φάρυγγα,

β) στο ύψος  του αορτικού τόξου,

γ) στο ύψος του αριστερού βρόγχου και

δ) κατά το πέρασμά του από το διάφραγμα.

 

Εξυπηρετεί μαζί με το φάρυγγα τη μεταφορά της τροφής από τη στοματική κοιλότητα προς το στομάχι (λειτουργία της κατάποσης).

Στομάχι

Το στομάχι είναι η προς τα κάτω συνέχεια του οισοφάγου και η πιο πλατιά μοίρα του γαστρεντερικού σωλήνα.

Δεξιά του βρίσκεται το συκώτι,

αριστερά του ο σπλήνας,

πίσω ο αριστερός νεφρός και

από κάτω το λεπτό και το παχύ έντερο.

Ανήκει στα όργανα της άνω κοιλιάς και βρίσκεται προς τα αριστερά, κάτω από τον αριστερό θόλο του διαφράγματος.

Χρησιμεύει για την πέψη των τροφών οι οποίες διασπώνται σε απλούστερες ουσίες με τη δράση του γαστρικού υγρού που εκκρίνεται από τους αδένες του. Με τις περισταλτικές κινήσεις του μυϊκού χιτώνα του τοιχώματός του το περιεχόμενο προωθείται προς το λεπτό έντερο. 

Το στομάχι εμφανίζει δύο στόμια:

α) το οισοφαγικό ή καρδιακό και

β) το πυλωρικό, το οποίο επικοινωνεί με το δωδεκαδάκτυλο. 

Διαιρείται σε δύο μοίρες: α) το κυρίως στομάχι
και β) την πυλωρική μοίρα.

Το κυρίως στομάχι αποτελείται από το θόλο που βρίσκεται πάνω από το επίπεδο του καρδιακού στομίου και το σώμα του στομάχου. Η πυλωρική μοίρα διαιρείται στο πυλωρικό άντρο και στον πυλωρικό σωλήνα, ο οποίος καταλήγει στο πυλωρικό στόμιο.

 

Γαστρικοί αδένες

Ο βλεννογόνος του στομάχου έχει διαφορετική σύνθεση κυττάρων αναλόγως με τις μοίρες του.

Τα τοιχωματικά κύτταρα βρίσκονται στον θόλο και την κεντρική μοίρα του σώματος και εκκρίνουν υδροχλωρικό οξύ (HCl) και ενδογενή παράγοντα,

τα κύρια κύτταρα (chief cells) βρίσκονται στο περιφερικό σώμα και εκκρίνουν πεψινογόνο,

τα κύτταρα G βρίσκονται στο άντρο και εκκρίνουν γαστρίνη,

τα βλεννοκύτταρα βρίσκονται στο άντρο και το θόλο και εκκρίνουν βλέννη και πεψινογόνο. 

Η θέση και η μορφή του στομάχου εμφανίζουν μεγάλες ποικιλίες στα διάφορα άτομα και στο ίδιο άτομο κατά τις διάφορες ώρες της ημέρας. Οι ποικιλίες αυτές εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, μερικοί από τους οποίους είναι

      • η στάση του ατόμου,
      • ο βαθμός πληρότητας με τροφή του στομάχου,
      • οι αναπνευστικές κινήσεις του διαφράγματος και
      • ο μυϊκός τόνος του στομάχου.

Ανάλογα με το βαθμό του μυϊκού τόνου διακρίνουμε τρεις τύπους στομάχου:

      • α) τον ορθοτονικό με σχήμα J,
      • β) τον υπερτονικό σαν κέρατο βοδιού και
      • γ) τον υποτονικό, που είναι επιμήκης.

Το στομάχι στηρίζεται στη θέση του με τον οισοφάγο και το δωδεκαδάκτυλο. Στη στήριξή του συμβάλλουν επίσης τα γειτονικά όργανα, τα κοιλιακά τοιχώματα και το περιτόναιο, το οποίο σχηματίζει τους συνδέσμους του στομάχου (το μικρό και το μεγάλο επίπλουν, τον γαστροσπληνικό και τον γαστροφρενικό σύνδεσμο)

Λεπτό έντερο

  • Το λεπτό έντερο αποτελεί τη συνέχεια του στομάχου.
  • Ξεκινάει από τον πυλωρό και φτάνει μέχρι το παχύ έντερο στην ειλεοτυφλική βαλβίδα.
  • Βρίσκεται στην κάτω κοιλία και περιβάλλεται από το παχύ έντερο το οποίο σχηματίζει μία ατελή στεφάνη.
  • Έχει συνολικό μήκος 6 – 7 μέτρα.
  • Διακρίνεται σε τρία μέρη:

α) το δωδεκαδάκτυλο, β) τη νήστιδα και γ) τον ειλεό.

Δωδεκαδάχτυλο

    • Το δωδεκαδάκτυλο αποτελεί την πρώτη μοίρα του λεπτού εντέρου.
    • Έχει μήκος 25 – 30 εκατοστά (δώδεκα δάκτυλα περίπου).
    • Ξεκινάει από την πυλωρική βαλβίδα και φτάνει στη νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή.
    • Έχει σχήμα αγκύλης, η οποία περιβάλλει την κεφαλή του παγκρέατος.

Στον αυλό του δωδεκαδάκτυλου εκβάλλουν οι εκφορητικοί πόροι του συκωτιού και του παγκρέατος. Το έκκριμά τους μαζί με αυτό των δωδεκαδακτυλικών αδένων συμβάλλει στη διαδικασία της πέψης της τροφής.

Νήστιδα

Το εσωτερικό του λεπτού εντέρου εμφανίζει:

  • τις κυκλοτερές πτυχές  
  • τις λάχνες
  • τα λεμφοζίδια και 
  • τις πλάκες του Payer .

Με τις πτυχές, τις λάχνες καθώς και τις μικρολάχνες που φαίνονται μόνο με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο αυξάνεται η επιφάνεια του εντέρου και έτσι διευκολύνεται η πέψη και η απορρόφηση.

Τα λεμφοζίδια ανήκουν στο λεμφικό σύστημα και αποτελούνται από μεγάλα λεμφοκύτταρα. Τα λεμφοζίδια του λεπτού εντέρου βρίσκονται είτε μεμονωμένα (μονήρη) είτε σχηματίζουν ομάδες (πλάκες Payer ).

Ειλεός

Ο ειλεός είναι συνέχεια της νήστιδας και το εσωτερικό του είναι ίδιο με αυτή. Μαζί με τη νήστιδα αποτελούν το ελικώδες έντερο. Ολόκληρο το ελικώδες έντερο είναι ευκίνητο και κρέμεται από το πίσω κοιλιακό τοίχωμα από μια πτυχή του περιτοναίου το μεσεντέριο.

Το μεσεντέριο είναι μία διπλή στοιβάδα του περιτοναίου και δημιουργείται λόγω εγκόλπωσης του περιτοναίου από ένα όργανο. Συνδέει το λεπτό έντερο με το τοίχωμα του σώματος. Μεταξύ των δύο στοιβάδων του μεσεντερίου βρίσκονται τα μεσεντέρια αγγεία νεύρα λεμφαδένες και λίπος

Παχύ έντερο

  • Το παχύ έντερο έχει μήκος περίπου 1 μέτρο.
  • Αρχίζει από την ειλεοκολική ή ειλεοτυφλική βαλβίδα και τελειώνει στον πρώκτό.
  • Κατά την πορεία του σχηματίζει μια στεφάνη ανοιχτή προς τα κάτω μέσα στην οποία βρίσκονται οι έλικες του λεπτού εντέρου.
  • Το παχύ έντερο διαιρείται σε τρεις μοίρες:

το τυφλό με την σκωληκοειδή απόφυση

το κόλο με 4 μέρη (ανιόν-εγκάρσιο-κατιόν και σιγμοειδές) και

το ορθό.

Το παχύ έντερο το διακρίνουμε από το λεπτό από τα εξωτερικά του γνωρίσματα τα οποία είναι:

α) το μεγαλύτερο πλάτος του,

β) οι κολικές ταινίες,

γ) τα εκκολπώματα και

δ) οι επιπλοϊκές αποφύσεις

Σκωληκοειδής απόφυση

Εκφύεται από το τυφλό και το μήκος της κυμαίνεται από 6-10 cm. Η σκωληκοειδής απόφυση είναι ανοσολογικό όργανο, φέρει πολλά λεμφοζίδια, παράγει ανοσοσφαιρίνες, γεγονός που υποδηλώνει την πιθανή συμμετοχή της σε αμυντικούς μηχανισμούς του οργανισμού ως μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος.

Ήπαρ

Το ήπαρ είναι ένα κοκκινωπό-καφέ, τριγωνικό όργανο και χωρίζεται σε τρεις λοβούς. Ένα ανθρώπινο συκώτι ζυγίζει κανονικά περίπου 1,5 kg και έχει πλάτος περίπου 15 cm. Είναι τόσο το βαρύτερο εσωτερικό όργανο όσο και ο μεγαλύτερος αδένας στο ανθρώπινο σώμα. Βρίσκεται στο δεξί άνω τεταρτημόριο της κοιλιακής κοιλότητας, ακουμπά ακριβώς κάτω από το διάφραγμα, στα δεξιά του στομάχου και επικαλύπτει τη χοληδόχο κύστη.

Εκφορητική οδός του ήπατος

Το σύστημα των χοληφόρων πόρων αποτελεί την εκφορητική οδό του ήπατος και χρησιμεύει για τη μεταφορά της χολής από το ήπαρ, όπου παράγεται, στο λεπτό έντερο (δωδεκαδάκτυλο), όπου καταλήγει και ασκεί τη δράση της.

Οι χοληφόροι πόροι χωρίζονται σε ενδοηπατικούς και εξωηπατικούς. Οι εξωηπατικοί χοληφόροι πόροι ξεκινούν από τις πύλες του ήπατος, όπου σχηματίζεται ο δεξιός και ο αριστερός ηπατικός πόρος. Οι δύο ηπατικοί πόροι συμβάλλουν έξω από τις πύλες του ήπατος και δημιουργούν τον κοινό ηπατικό πόρο, ο οποίος ενώνεται με τον  κυστικό  πόρο της χοληδόχου κύστεως. Αμέσως μετά τη συμβολή του κυστικού πόρου με τον κοινό ηπατικό σχηματίζεται ο κοινός χοληδόχος πόρος, ο οποίος εκβάλλει στη δεύτερη μοίρα του δωδεκαδακτύλου, στο φύμα του Vater

Πάγκρεας

Το πάγκρεας είναι μεικτός αδένας, με κωνικό σχήμα μήκους 10-15εκ. και βάρους 85 γραμμαρίων.  Ανατομικά βρίσκεται βαθιά στην άνω κοιλία μπροστά από την σπονδυλική στήλη, στον ονομαζόμενο οπισθοπεριτοναϊκό χώρο. Το πάγκρεας χωρίζεται ανατομικά σε κεφαλή, σώμα και ουρά. Η κεφαλή του παγκρέατος βρίσκεται μέσα στην αγκύλη του δωδεκαδακτύλου ενώ το σώμα και η ουρά περνούν μπροστά από την σπονδυλική στήλη και φτάνουν μέχρι την πύλη του σπλήνα. Κατά μήκος του παγκρέατος υπάρχει ένας σωλήνας που ξεκινάει από την ουρά και φτάνει μέχρι την κεφαλή του οργάνου και ονομάζεται κύριος παγκρεατικός πόρος  ο οποίος εκβάλει στο δωδεκαδάκτυλο.

Σπλήνας

Αποτελεί τμήμα του λεμφικού συστήματος του οργανισμού. Ανατομικά, βρίσκεται στο αριστερό υποχόνδριο, μπροστά από την 10η πλευρά (μεταξύ 9ης και 11ης πλευράς) παρουσιάζει δε δύο επιφάνειες: Μία άνω κυρτή, που γειτνιάζει με το διάφραγμα (διαφραγματική) και μία κάτω κοίλη, που ονομάζεται σπλαχνική και γειτνιάζει με το στομάχι, την ουρά του παγκρέατος, την αριστερή κολική καμπή και τον αριστερό νεφρό. 

Το λεμφικό σύστημα αποτελεί τμήμα του αμυντικού μηχανισμού του οργανισμού. Αποτελείται από: 

  • ένα δίκτυο λεμφικών αγγείων
  • ιστών και
  • oργάνων

που περιέχουν εξειδικευμένα κύτταρα, τα λεμφοκύτταρα που είναι υπεύθυνα για την αντιμετώπιση των μολύνσεων του οργανισμού.

Η λειτουργία του πεπτικού συσστήματος

Μέσα στο γαστρεντερικό σωλήνα γίνεται η πέψη δηλαδή η διαδικασία διάσπαης της τροφής (μηχανικά και χημικά). Η ολοκλήρωση της αποδίδει θρεπτικά συστατικά τα οποία είναι έτοιμα να απορροφηθούν και να χρησιμοποιηθούν από τον οργανισμό.

Μέσα στον γαστρεντερικό σωλήνα γίνεται:

Κίνηση της τροφής

Έκκριση των πεπτικών υγρών και πέψη της τροφής

Απορρόφηση των τροφών (μετά την πέψη τους), του νερού

Κυκλοφορία του αίματος για να παραληφθούν οι ουσίες που απορροφούνται. 

Στη στοματική κοιλότητα οι τροφές κατατέμνονται και λειοτριβούνται με τη μάσηση. Η ύπαρξη επομένως υγιών δοντιών και ούλων είναι βασικής σημασίας. Αυξάνεται η επιφάνεια τους με την μάσηση και διευκολύνεται η καλύτερη επαφή τους με τα πεπτικά υγρά και τα ένζυμα που περιέχουν. Η καλή επομένως μάσηση τροφών είναι επίσης βασικής σημασίας.

Στην συνέχεια η τροφή αναμιγνύεται με το σάλιο (σίελο) που παράγεται από τους σιελογόνους αδένες (παρωτίδα, υπογνάθιος και υπογλώσσιος αδένας). 

Το σάλιο διατηρεί το στόμα υγρό και καθαρό. Χρησιμοποιείται για:

  •  την εφύγρανση των τροφών υποβοηθώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη μάσηση,
  • την κατάποση και την αίσθηση της γεύσης.

Στο σάλιο το κυριότερο ένζυμο που περιέχεται είναι η α-αμυλάση, το οποίο διασπά το άμυλο των τροφών σε γλυκόζη. Στο σάλιο βρίσκονται τέλος και κάποιες ουσίες με αντιβακτηριδιακή και αντί-ιική δράση.

Η διακίνηση της τροφής από το στόμα στον φάρυγγα συνιστά την κατάποση. Προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία της κατάποσης, θα πρέπει να χαλαρώσει ο οισοφαγικός σφιγκτήρας, επιτρέποντας έτσι το άνοιγμα του οισοφάγου.

Όταν η τροφή διέρχεται από τον οισοφάγο, δέχεται τα εκκρίματα του, τα οποία έχουν βλεννώδη σύσταση, και κύρια λειτουργία τους είναι η λίπανση του οισοφάγου για να διευκολύνεται η κατάποση της τροφής.

Η βλέννα που εκκρίνεται από τους σύνθετους αδένες του κατώτερου οισοφάγου εμποδίζει την βλάβη του από τα γαστρικά υγρά του στομάχου, που πολλές φορές παλινδρομούν προς τα άνω (που βρίσκεται το κατώτερο τμήμα του οισοφάγου) και ονομάζεται γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Αυτό είναι δυνατόν να συμβεί λόγω χαλάρωσης του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα. 

Μετά την δίοδο από τον οισοφάγο, η τροφή σε μορφή βλωμού εισέρχεται στο στομάχι. Όταν ο στόμαχος είναι γεμάτος, το τοίχωμα του παρουσιάζει κάθε 20 δευτερόλεπτα ασθενή συσταλτικά κύματα, που ονομάζονται και κύματα ανάμιξης. Έτσι η τροφή αναμιγνύεται με το γαστρικό υγρό που παράγεται σε ποσότητα περίπου 3 Lt/24ώρο από τους γαστρικούς αδένες. Το γαστρικό υγρό περιέχει σημαντικές ποσότητες υδροχλωρικού οξέος (HCL) το οποίο ασκεί αρκετές λειτουργίες όπως:

  • Την διάσπαση των πρωτεϊνών των τροφών άμεσα είτε έμμεσα.
  • Καταστροφή των περισσότερων μικροβίων των τροφών και του νερού και έτσι προστασία του οργανισμού από μολύνσεις. 

Μετά την είσοδο του χυμού στο λεπτό έντερο, ο χυμός αναμιγνύεται και κινείται σε αυτό με την βοήθεια ορισμένων κινήσεων (συστολές ανάμιξης και προώθησης) που άλλωστε υπάρχουν και σε άλλα τμήματα του γαστρεντερικού σωλήνα. Υφίσταται την επίδραση τριών κυρίων εκκρίσεων:

  • Παγκρεατικό υγρό: Περιέχει ένζυμα που είναι υπεύθυνα για την πέψη των πρωτεϊνών (πρωτέασες), υδατανθράκων (α-αμυλάση) και λιπών (παγκρεατική λιπάση).

Η υπερβολική έκκριση γαστρικού υγρού είναι δυνατόν να προκαλέσει πεπτικό έλκος τόσο στο βλεννογόνο του στομάχου ή του αρχικού τμήματος του λεπτού εντέρου.

  • Χολή: Περιέχει κάποια συστατικά τα οποία ονομάζονται χολικά οξέα και άλατα τα οποία δρουν ως «απορρυπαντικά». Δηλαδή διαλύουν το λίπος της τροφής και αυξάνουν την εκτεθειμένη επιφάνεια των λιπών στα ένζυμα για να δράσουν.
  • Εντερικό υγρό: Εκκρίνεται από τα επιθηλιακά κύτταρα του εντέρου και διασπούν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό τα ήδη διασπασμένα θρεπτικά συστατικά έτσι ώστε να απορροφηθούν.

Όταν τα τρόφιμα είναι μολυσμένα ή χαλασμένα, τα προϊόντα που παράγονται ερεθίζουν τα ευαίσθητα τοιχώματα του εντέρου. Το έντερο, τότε, προσπαθεί είτε να απαλλαγεί απ’ αυτές βιαστικά, γεγονός που προκαλεί διάρροια, είτε να εμποδίσει με μια σπασμωδική σύσπαση την κίνηση τους, πράγμα που προκαλεί δυσκοιλιότητα.

Παχύ Έντερο

Το παχύ έντερο εκκρίνει βλέννα αλλά όχι και ένζυμα. Για αυτό η πέψη της τροφής έχει ολοκληρωθεί προτού μπει στο παχύ έντερο. Παρ’ όλα αυτά όμως ο χυμός παραμένει εκεί επί 10-12 ώρες όπου υφίσταται ζύμωση από την μικροχλωρίδα και απορροφάται νερό από αυτό.

Τα μικρόβια του παχέως εντέρου είναι εκείνα που ευθύνονται κυρίως για τα αέρια που σχηματίζονται και είναι κυρίως διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και υδρογόνο.

Η διαδικασία της απορρόφησης

Τα θρεπτικά συστατικά αφού υποστούν την διαδικασία της πέψης, θα πρέπει να απορροφηθούν. Αν και ένα μικρό μέρος της απορρόφησης κάποιων θρεπτικών συστατικών λαμβάνει χώρα στον στόμαχο, η απορρόφηση των περισσοτέρων θρεπτικών συστατικών γίνεται στο λεπτό έντερο. Το περισσότερο μέρος του νερού, των σακχάρων, των πεπτιδίων, των λιπαρών οξέων, των βιταμινών, της αλκοόλης απορροφούνται στο λεπτό έντερο.

Η απορρόφηση στο λεπτό έντερο γίνεται από τις λάχνες. Οι λάχνες είναι προεκβολές του βλεννογόνου χιτώνα, ύψους περίπου 1 χιλιοστού (mm), αριθμούν περίπου 5 εκατομμύρια στον άνθρωπο και καλύπτουν επιφάνεια μέχρι 40 τετραγωνικά μέτρα. Η απορρόφηση από τις λάχνες είναι τόσο αποτελεσματική ώστε θα μπορούσε να συντελεσθεί σε ικανοποιητικό βαθμό ακόμη και εάν υπάρξει αφαίρεση του μισού λεπτού εντέρου.

Μερικές φορές δεν γίνεται απορρόφηση θρεπτικών συστατικών από το έντερο, έστω και εάν η πέψη της τροφής είναι ικανοποιητική. Ελάττωση της απορροφητικότητας του εντέρου είναι δυνατόν να προκαλέσουν διάφορα νοσήματα, τα οποία περιγράφονται με τον γενικό όρο κοιλιοκάκη. Είναι αυτονόητο πως η δυσαπορρόφηση μπορεί να παρατηρηθεί και σε περίπτωση αφαίρεσης μεγάλων τμημάτων του λεπτού εντέρου.

Στο παχύ έντερο απορροφάται κυρίως νερό και ηλεκτρολύτες (νάτριο, χλώριο). Η κύρια αποστολή του παχέος εντέρου είναι η εναπόθεση των άπεπτων τροφών μέχρι την αποβολή τους και η απορρόφηση νερού από αυτά. Τα άπεπτα υπολείμματα τροφών με ένα πλήθος μικροοργανισμών αφού επαλειφθούν με βλέννα από το παχύ έντερο σχηματίζουν τα κόπρανα, τα οποία αποβάλλονται με την αφόδευση.

Liveworksheets